Ανοσία στα εσθονικά

Μετάφραση: ανοσία, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
immuniteet, immuunsus, puutumatus, puutumatuse, immuunsuse, immuniteedi
Ανοσία στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ανοσία

ανοσία στο τοξόπλασμα, ανοσία ορισμός, ανοσία συνώνυμο, ανοσία ppt, ανοσία λεξικο, ανοσία λεξικό γλώσσας εσθονικά, ανοσία στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • ανοξείδωτος στα εσθονικά - roostevaba, roostevabast, stainless, roostevabast terasest
  • ανοράκ στα εσθονικά - anorak, anorakid, tuulepluuside, anorakkide, anorakkidest, anorakkides
  • ανοχή στα εσθονικά - taluvusvõime, sallivus, tolerants, tolerantsus, sallivuse, sallivust, tolerantsuse
  • ανούσιος στα εσθονικά - maitsetu, tuim, elutu, vastik, ebameeldivad, Vastuvõetamatu, pahalõhnaline
Τυχαίες λέξεις
Ανοσία στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: immuniteet, immuunsus, puutumatus, puutumatuse, immuunsuse, immuniteedi