Ανοσία στα ρουμανικά
Μετάφραση: ανοσία, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
imunitate, imunitatea, imunității, de imunitate, imunitatii
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ανοσία
ανοσία στο τοξόπλασμα, ανοσία ορισμός, ανοσία συνώνυμο, ανοσία ppt, ανοσία λεξικο, ανοσία λεξικό γλώσσας ρουμανικά, ανοσία στα ρουμανικά
Μεταφράσεις
- ανοξείδωτος στα ρουμανικά - inoxidabil, inox, inoxidabil de, inoxidabile
- ανοράκ στα ρουμανικά - hanorace, hanoracele, hanoracelor, de hanorace, bluzoane
- ανοχή στα ρουμανικά - toleranţă, toleranță, toleranța, toleranței, toleranta, de toleranță
- ανούσιος στα ρουμανικά - dezgustător, prost gust, de prost gust, neplăcut, dezgustătoare
Τυχαίες λέξεις
Ανοσία στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: imunitate, imunitatea, imunității, de imunitate, imunitatii
Μεταφράσεις: imunitate, imunitatea, imunității, de imunitate, imunitatii