Διασυρμός στα ιταλικά
Μετάφραση: διασυρμός, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
umiliazione, vilipendio, denigrazione, diffamazione, vilification, svilimento
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διασυρμός
διασυρμόσ παπακωνσταντίνου στον παπαδάκη, διασυρμός συνώνυμα, διασυρμός λεξικό, διασυρμός μπαμπασάκης, διασυρμός ορισμός, διασυρμός λεξικό γλώσσας ιταλικά, διασυρμός στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- διαστολή στα ιταλικά - espansione, allargamento, ingrandimento, ampliamento, di espansione, l'espansione, dilatazione, ...
- διαστρεβλώνω στα ιταλικά - ordito, ingarbugliare, garble, travisare, distorcere, imbrogliare
- διασφαλίζω στα ιταλικά - certo, assicurare, sicuro, garantire, salvo, salvaguardia, fissare, ...
- διασχίζω στα ιταλικά - attraversare, incrociare, trasversale, croce, accavallare, passare, varcare
Τυχαίες λέξεις
Διασυρμός στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: umiliazione, vilipendio, denigrazione, diffamazione, vilification, svilimento
Μεταφράσεις: umiliazione, vilipendio, denigrazione, diffamazione, vilification, svilimento