Διασυρμός στα κροατικά
Μετάφραση: διασυρμός, Λεξικό: ελληνικά » κροατικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
κροατικά
Μεταφράσεις:
podsmijeh, podrugivanje, ismijavati, ogovaranje, klevetanje, ocrnjivanje, omalovažavanje
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διασυρμός
διασυρμόσ παπακωνσταντίνου στον παπαδάκη, διασυρμός συνώνυμα, διασυρμός λεξικό, διασυρμός μπαμπασάκης, διασυρμός ορισμός, διασυρμός λεξικό γλώσσας κροατικά, διασυρμός στα κροατικά
Μεταφράσεις
- διαστολή στα κροατικά - proširenje, sirenje, razvoj, ekspanzija, širenje, ekspanzije, za proširenje
- διαστρεβλώνω στα κροατικά - osnova, namještati, izopačiti
- διασφαλίζω στα κροατικά - sigurna, uvjeren, pouzdan, osigurati, postojan, straža, jamstvo, ...
- διασχίζω στα κροατικά - poprečnih, prekrižiti, ukrštanje, ljutit, križ, preći, prijeći, ...
Τυχαίες λέξεις
Διασυρμός στα κροατικά - Λεξικό: ελληνικά » κροατικά
Μεταφράσεις: podsmijeh, podrugivanje, ismijavati, ogovaranje, klevetanje, ocrnjivanje, omalovažavanje
Μεταφράσεις: podsmijeh, podrugivanje, ismijavati, ogovaranje, klevetanje, ocrnjivanje, omalovažavanje