Διασυρμός στα σουηδικά
Μετάφραση: διασυρμός, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
förnedring, vilification, förtal, förtalet, smutskastning, förtals
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διασυρμός
διασυρμόσ παπακωνσταντίνου στον παπαδάκη, διασυρμός συνώνυμα, διασυρμός λεξικό, διασυρμός μπαμπασάκης, διασυρμός ορισμός, διασυρμός λεξικό γλώσσας σουηδικά, διασυρμός στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- διαστολή στα σουηδικά - utvidgning, tillväxt, expansionen, expansions, utbyggnad, utbyggnaden
- διαστρεβλώνω στα σουηδικά - garble
- διασφαλίζω στα σουηδικά - trygg, säker, fästa, garanti, garantera, försäkra, immunisera, ...
- διασχίζω στα σουηδικά - kors, hybrid, kryss, korsa, övergå, passera, korsar, ...
Τυχαίες λέξεις
Διασυρμός στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: förnedring, vilification, förtal, förtalet, smutskastning, förtals
Μεταφράσεις: förnedring, vilification, förtal, förtalet, smutskastning, förtals