Ορολογία στα ιταλικά

Μετάφραση: ορολογία, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
terminologia, la terminologia, una terminologia, termini, terminologia di
Ορολογία στα ιταλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ορολογία

ορολογία μπέιζμπολ, ορολογία αυτοκινήτου, ορολογία ιστιοπλοίας, ορολογία ηλεκτρονικών υπολογιστών, ορολογία κινηματογράφου, ορολογία λεξικό γλώσσας ιταλικά, ορολογία στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • οροθεσία στα ιταλικά - demarcazione, delimitazione, di demarcazione, la demarcazione, distinzione
  • οροθετώ στα ιταλικά - demarcare, delimitare, delimitano, delimitazione, delimitazione delle
  • οροπέδιο στα ιταλικά - altopiano, plateau, pianoro, altipiano, altopiano di
  • οροφή στα ιταλικά - tetto, sul tetto, del tetto, tetto di, roof
Τυχαίες λέξεις
Ορολογία στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: terminologia, la terminologia, una terminologia, termini, terminologia di