Ορολογία στα σλοβενικά
Μετάφραση: ορολογία, Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
terminologija, terminologije, terminologijo, izrazoslovje, terminologiji
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ορολογία
ορολογία μπέιζμπολ, ορολογία αυτοκινήτου, ορολογία ιστιοπλοίας, ορολογία ηλεκτρονικών υπολογιστών, ορολογία κινηματογράφου, ορολογία λεξικό γλώσσας σλοβενικά, ορολογία στα σλοβενικά
Μεταφράσεις
- οροθεσία στα σλοβενικά - razmejitev, razmejevanje, meja, razmejitve, razmejitveno
- οροθετώ στα σλοβενικά - razmejijo, razmeji, razmejiti, razmejitev, določiti mejo
- οροπέδιο στα σλοβενικά - plató, planota, plateau, planote, plato, planoto
- οροφή στα σλοβενικά - streha, krov, streho, strehe, strehi, strešna
Τυχαίες λέξεις
Ορολογία στα σλοβενικά - Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Μεταφράσεις: terminologija, terminologije, terminologijo, izrazoslovje, terminologiji
Μεταφράσεις: terminologija, terminologije, terminologijo, izrazoslovje, terminologiji