Ορολογία στα ουκρανικά
Μετάφραση: ορολογία, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
термінологія, термінологію
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ορολογία
ορολογία μπέιζμπολ, ορολογία αυτοκινήτου, ορολογία ιστιοπλοίας, ορολογία ηλεκτρονικών υπολογιστών, ορολογία κινηματογράφου, ορολογία λεξικό γλώσσας ουκρανικά, ορολογία στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- οροθεσία στα ουκρανικά - розмежування, демаркаційний, розмежовування, демаркація, демаркацію
- οροθετώ στα ουκρανικά - розмежуйте, розмежовувати, розмежувати
- οροπέδιο στα ουκρανικά - проба, плато
- οροφή στα ουκρανικά - імперіал, дах, притулок, стріха, покрівля
Τυχαίες λέξεις
Ορολογία στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: термінологія, термінологію
Μεταφράσεις: термінологія, термінологію