Ορολογία στα λευκορωσικά

Μετάφραση: ορολογία, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
тэрміналогія, тэрміналёгія
Ορολογία στα λευκορωσικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ορολογία

ορολογία μπέιζμπολ, ορολογία αυτοκινήτου, ορολογία ιστιοπλοίας, ορολογία ηλεκτρονικών υπολογιστών, ορολογία κινηματογράφου, ορολογία λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, ορολογία στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • οροθεσία στα λευκορωσικά - дэмаркацыя
  • οροθετώ στα λευκορωσικά - размяжоўваць
  • οροπέδιο στα λευκορωσικά - плато, плято
  • οροφή στα λευκορωσικά - дах, столь, страха, крыша
Τυχαίες λέξεις
Ορολογία στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: тэрміналогія, тэрміналёгія