Προσωπείο στα ιταλικά

Μετάφραση: προσωπείο, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
mascherare, maschera, mascherina, nascondere, mask
Προσωπείο στα ιταλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: προσωπείο

πρόσωπο συνώνυμο, προσωπείο cushing, αδενοειδές προσωπείο, ιπποκράτειο προσωπείο, προσωπείο του ιπποκράτη, προσωπείο λεξικό γλώσσας ιταλικά, προσωπείο στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • προσχώνω στα ιταλικά - caparra, sedimento, depositare, cauzione, deposito, aggrade
  • προσχώρηση στα ιταλικά - accessione, adesione, all'adesione, dell'adesione, l'adesione
  • προσωπικά στα ιταλικά - personalmente, personali, persona, personale, di persona
  • προσωπικό στα ιταλικά - personale, staff, il personale, del personale, personale di
Τυχαίες λέξεις
Προσωπείο στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: mascherare, maschera, mascherina, nascondere, mask