Αδίκημα στα λατινικά

Μετάφραση: αδίκημα, Λεξικό: ελληνικά » λατινικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λατινικά
Μεταφράσεις:
commissum
Αδίκημα στα λατινικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αδίκημα

αδίκημα της στάσης, αδίκημα της άμεσης συνέργειας σε ψευδή αναφορά στην αρχή, αδίκημα εξύβρισης, αδίκημα φοροδιαφυγής, αδίκημα τησ άγρασ πελατών, αδίκημα λεξικό γλώσσας λατινικά, αδίκημα στα λατινικά

Μεταφράσεις

  • αδέσποτος στα λατινικά - erro
  • αδαής στα λατινικά - inconcinnus
Τυχαίες λέξεις
Αδίκημα στα λατινικά - Λεξικό: ελληνικά » λατινικά
Μεταφράσεις: commissum