Διαπράττω στα λετονικά

Μετάφραση: διαπράττω, Λεξικό: ελληνικά » λετονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λετονικά
Μεταφράσεις:
ieguldīt, investēt, izdarīt, apņemas, apņemties, pieļāvusi, jāapņemas
Διαπράττω στα λετονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διαπράττω

διαπράττω αρχαία, διαπράττω συνώνυμα, διαπράττω κλίση, διαπράττω λεξικό γλώσσας λετονικά, διαπράττω στα λετονικά

Μεταφράσεις

  • διαπληκτίζομαι στα λετονικά - ķilda, strīds, ķildoties, tracis, strīdēties, argumentēt, apgalvo, ...
  • διαπλοκή στα λετονικά - sasaistot, Interweaving, Sasaistes
  • διαπρέπω στα λετονικά - preeminent
  • διαπραγμάτευση στα λετονικά - sarunas, sarunu, sarunām, pārrunas, apspriešana
Τυχαίες λέξεις
Διαπράττω στα λετονικά - Λεξικό: ελληνικά » λετονικά
Μεταφράσεις: ieguldīt, investēt, izdarīt, apņemas, apņemties, pieļāvusi, jāapņemas