Αδυναμία στα λευκορωσικά

Μετάφραση: αδυναμία, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
слабасць, слабость, слабасьць
Αδυναμία στα λευκορωσικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αδυναμία

αδυναμία μου - μανώλης λιδάκης, αδυναμία συνώνυμο, αδυναμία σύνδεσης με τον πραγματικό ιστότοπο www.google.com, αδυναμία σύνδεσης με τον πραγματικό ιστότοπο twitter.com, αδυναμία σύνδεσης με τον πραγματικό ιστότοπο, αδυναμία λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, αδυναμία στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • αδρανής στα λευκορωσικά - неактыўны, неактыўных
  • αδρός στα λευκορωσικά - грубы, грубіянскі, грубага
  • αδυνατίζω στα λευκορωσικά - тонкi, аслабляць, саслабляць, паслабляць, аслабіць
  • αδύναμος στα λευκορωσικά - слабы, лёгкі, умераны, ціхі
Τυχαίες λέξεις
Αδυναμία στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: слабасць, слабость, слабасьць