Αδυναμία στα ρωσικά

Μετάφραση: αδυναμία, Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
бренность, непрочность, хрупкость, субтильность, тщедушие, слабость, слабости, слабостью, недостаток, недостатком
Αδυναμία στα ρωσικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αδυναμία

αδυναμία μου - μανώλης λιδάκης, αδυναμία συνώνυμο, αδυναμία σύνδεσης με τον πραγματικό ιστότοπο www.google.com, αδυναμία σύνδεσης με τον πραγματικό ιστότοπο twitter.com, αδυναμία σύνδεσης με τον πραγματικό ιστότοπο, αδυναμία λεξικό γλώσσας ρωσικά, αδυναμία στα ρωσικά

Μεταφράσεις

  • αδρανής στα ρωσικά - косный, напрасный, маловажный, пустой, безработный, бездействующий, фланировать, ...
  • αδρός στα ρωσικά - изобильный, обильный, густой, щедрый, расточительный, богатый, грубый, ...
  • αδυνατίζω στα ρωσικά - слабый, худенький, стройный, скудный, тоненький, тонкий, изящный, ...
  • αδύναμος στα ρωσικά - никчемный, непрочный, неуспевающий, расслабленный, немощный, тщедушный, бессильный, ...
Τυχαίες λέξεις
Αδυναμία στα ρωσικά - Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Μεταφράσεις: бренность, непрочность, хрупкость, субтильность, тщедушие, слабость, слабости, слабостью, недостаток, недостатком