Γλύπτης στα λευκορωσικά

Μετάφραση: γλύπτης, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
скульптар
Γλύπτης στα λευκορωσικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: γλύπτης

γλύπτης δημητριάδης, γλύπτης φειδίας, γλύπτης θόδωρος, γλύπτης καλλίμαχος, γλύπτης τάκης, γλύπτης λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, γλύπτης στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • γλωσσομαθής στα λευκορωσικά - лінгвіст
  • γλόμπος στα λευκορωσικά - глобус, Глёбус
  • γλύφω στα λευκορωσικά - глиф
  • γλώσσα στα λευκορωσικά - язык, мова, мову
Τυχαίες λέξεις
Γλύπτης στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: скульптар