Γλύπτης στα νορβηγικά
Μετάφραση: γλύπτης, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
billedhugger, skulptør, skulptøren, billedhuggeren, billedhugg
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: γλύπτης
γλύπτης δημητριάδης, γλύπτης φειδίας, γλύπτης θόδωρος, γλύπτης καλλίμαχος, γλύπτης τάκης, γλύπτης λεξικό γλώσσας νορβηγικά, γλύπτης στα νορβηγικά
Μεταφράσεις
- γλωσσομαθής στα νορβηγικά - ling, lingvist, lingvisten, språkforsker, språkforskeren
- γλόμπος στα νορβηγικά - pære, kloden, globus, verden, hele verden, i verden
- γλύφω στα νορβηγικά - snitte, glyph, tegnvariant, tegnvarianten, tegn
- γλώσσα στα νορβηγικά - såle, mål, tale, eneste, ensom, tunge, språk, ...
Τυχαίες λέξεις
Γλύπτης στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: billedhugger, skulptør, skulptøren, billedhuggeren, billedhugg
Μεταφράσεις: billedhugger, skulptør, skulptøren, billedhuggeren, billedhugg