Γλύπτης στα τσεχικά
Μετάφραση: γλύπτης, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
sochař, sochaře, sochařem, sochařka
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: γλύπτης
γλύπτης δημητριάδης, γλύπτης φειδίας, γλύπτης θόδωρος, γλύπτης καλλίμαχος, γλύπτης τάκης, γλύπτης λεξικό γλώσσας τσεχικά, γλύπτης στα τσεχικά
Μεταφράσεις
- γλωσσομαθής στα τσεχικά - lingvista, jazykovědec, lingvistka, jazykovědce, jazykovědci
- γλόμπος στα τσεχικά - cibule, baňka, žárovka, hlíza, zeměkoule, glóbus, globe, ...
- γλύφω στα τσεχικά - rozkrájet, vyřezat, vytesat, vyřezávat, nakrájet, krájet, glyph, ...
- γλώσσα στα τσεχικά - patka, mluva, sám, spodek, sloh, jediný, podešev, ...
Τυχαίες λέξεις
Γλύπτης στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: sochař, sochaře, sochařem, sochařka
Μεταφράσεις: sochař, sochaře, sochařem, sochařka