Διάταγμα στα λευκορωσικά
Μετάφραση: διάταγμα, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
указ, ўказ, указ №, загад, ўказ нумар
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διάταγμα
διάταγμα παραλαβής, διάταγμα περιοριστικών μέτρων, διάταγμα καρακάλλα, διάταγμα των μεδιολάνων ένας νέος δρόμος ανοίγεται για τους χριστιανούς, διάταγμα του 311, διάταγμα λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, διάταγμα στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- διάστημα στα λευκορωσικά - плошта, пагода, прастору, прастора
- διάσωση στα λευκορωσικά - выратаванне, выратаваньне, збаўленне, збавеньне, паратунак
- διάταξη στα λευκορωσικά - становішча, палажэнне, стан
- διάφορα στα λευκορωσικά - іншы, іншай, іншага, другога, другі
Τυχαίες λέξεις
Διάταγμα στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: указ, ўказ, указ №, загад, ўказ нумар
Μεταφράσεις: указ, ўказ, указ №, загад, ўказ нумар