Διάταγμα στα ουγγρικά
Μετάφραση: διάταγμα, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
rendelet, dekrétum, rendeletet, rendeletben, rendelettel, rendelete
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διάταγμα
διάταγμα παραλαβής, διάταγμα περιοριστικών μέτρων, διάταγμα καρακάλλα, διάταγμα των μεδιολάνων ένας νέος δρόμος ανοίγεται για τους χριστιανούς, διάταγμα του 311, διάταγμα λεξικό γλώσσας ουγγρικά, διάταγμα στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- διάστημα στα ουγγρικά - váltás, történelmi, körmondat, csilletávköz, hangköz, intervallum, ma, ...
- διάσωση στα ουγγρικά - kimentés, mentés, mentési, megmentési célú, megmentési, mentő
- διάταξη στα ουγγρικά - térszerkezet, csillagkép, képzés, alakzat, terepalakulat, ellátás, rendelkezés, ...
- διάφορα στα ουγγρικά - különböző, eltérő, más, különféle, a különböző
Τυχαίες λέξεις
Διάταγμα στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: rendelet, dekrétum, rendeletet, rendeletben, rendelettel, rendelete
Μεταφράσεις: rendelet, dekrétum, rendeletet, rendeletben, rendelettel, rendelete