Περιουσία στα λευκορωσικά
Μετάφραση: περιουσία, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
добра, ўласцівасць, уласцівасць
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: περιουσία
περιουσία εκκλησίας ελλάδος, περιουσία μαρινάκη, περιουσία του μακαριστού χριστόδουλου, περιουσία μελισσανίδη, περιουσία της εκκλησίας, περιουσία λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, περιουσία στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- περιορισμένος στα λευκορωσικά - абмежаваны, абмежаванае
- περιορισμός στα λευκορωσικά - абмежаванне, абмежаваньне, абмежаванні
- περιοχή στα λευκορωσικά - вобласць, вобласьць
- περιπέτεια στα λευκορωσικά - прыгода
Τυχαίες λέξεις
Περιουσία στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: добра, ўласцівасць, уласцівасць
Μεταφράσεις: добра, ўласцівасць, уласцівасць