Περιουσία στα ουγγρικά

Μετάφραση: περιουσία, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
rang, gyarmatok, ingatlan, tulajdon, tulajdonság, tulajdonjogok, ingatlanok
Περιουσία στα ουγγρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: περιουσία

περιουσία εκκλησίας ελλάδος, περιουσία μαρινάκη, περιουσία του μακαριστού χριστόδουλου, περιουσία μελισσανίδη, περιουσία της εκκλησίας, περιουσία λεξικό γλώσσας ουγγρικά, περιουσία στα ουγγρικά

Μεταφράσεις

  • περιορισμένος στα ουγγρικά - véges, elhatárolt, korlátozott, korlátozódik, korlátozni, meghívásos, korlátozzák
  • περιορισμός στα ουγγρικά - határolás, megszorítás, elévülés, korlátozás, restrikciós, korlátozása, korlátozását, ...
  • περιοχή στα ουγγρικά - légtér, értéktartomány, vidék, terület, régió, régióban, térség
  • περιπέτεια στα ουγγρικά - kaland, kalandra, adventure, a kaland, kalandot
Τυχαίες λέξεις
Περιουσία στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: rang, gyarmatok, ingatlan, tulajdon, tulajdonság, tulajdonjogok, ingatlanok