Περιουσία στα εσθονικά
Μετάφραση: περιουσία, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
maavaldus, vara, mõis, kinnisvara, omand, omandi, pakkumisega, majutuskoht
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: περιουσία
περιουσία εκκλησίας ελλάδος, περιουσία μαρινάκη, περιουσία του μακαριστού χριστόδουλου, περιουσία μελισσανίδη, περιουσία της εκκλησίας, περιουσία λεξικό γλώσσας εσθονικά, περιουσία στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- περιορισμένος στα εσθονικά - piiratud, piirata, piirdub, kitsendustega, piiratakse
- περιορισμός στα εσθονικά - piirang, piiramine, piirangut, piirangu, piiramise
- περιοχή στα εσθονικά - piirkond, määramispiirkond, ringkond, rajoon, haldusala, pindala, valdus, ...
- περιπέτεια στα εσθονικά - seiklus, Adventure, seiklust, Seiklusretk, Seiklusmatkad
Τυχαίες λέξεις
Περιουσία στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: maavaldus, vara, mõis, kinnisvara, omand, omandi, pakkumisega, majutuskoht
Μεταφράσεις: maavaldus, vara, mõis, kinnisvara, omand, omandi, pakkumisega, majutuskoht