Διαπραγμάτευση στα λιθουανικά
Μετάφραση: διαπραγμάτευση, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
derybos, derybų, derybas, derėtis, derybos dėl
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διαπραγμάτευση
διαπραγμάτευση μετοχών τράπεζας κύπρου, διαπραγμάτευση μισθού, διαπραγμάτευση για ίδιο λογαριασμό, διαπραγμάτευση warrants, διαπραγμάτευση κατά τον πιστωτικό έλεγχο, διαπραγμάτευση λεξικό γλώσσας λιθουανικά, διαπραγμάτευση στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- διαπράττω στα λιθουανικά - įsipareigoti, įsipareigoja, įvykdyti, padaryti, įsipareigotų
- διαπρέπω στα λιθουανικά - išsiskiriantis, pranašesnis, žymus, Išduoda, preeminent
- διαπραγματευτής στα λιθουανικά - tarpininkas, derybininkas, derybininko, derybininkė
- διαπραγματεύομαι στα λιθουανικά - pasitarimas, derybos, tartis, parley, Pertraktować su nieprzyjacielem
Τυχαίες λέξεις
Διαπραγμάτευση στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: derybos, derybų, derybas, derėtis, derybos dėl
Μεταφράσεις: derybos, derybų, derybas, derėtis, derybos dėl