Διαπραγμάτευση στα ουγγρικά
Μετάφραση: διαπραγμάτευση, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
tárgyalás, tárgyalási, tárgyalások, tárgyalása, tárgyalásokat
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διαπραγμάτευση
διαπραγμάτευση μετοχών τράπεζας κύπρου, διαπραγμάτευση μισθού, διαπραγμάτευση για ίδιο λογαριασμό, διαπραγμάτευση warrants, διαπραγμάτευση κατά τον πιστωτικό έλεγχο, διαπραγμάτευση λεξικό γλώσσας ουγγρικά, διαπραγμάτευση στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- διαπράττω στα ουγγρικά - elkövetni, elkövetésére, kötelezzék, kötelezzék el, kötelezik
- διαπρέπω στα ουγγρικά - kiemelkedő, kimagasló, legkiemelkedőbb, kiemelkedõ
- διαπραγματευτής στα ουγγρικά - közvetítő, főtárgyaló, tárgyalópartneri, főtárgyalót, tárgyalónak
- διαπραγματεύομαι στα ουγγρικά - alkudozik, Parley, tárgyalni
Τυχαίες λέξεις
Διαπραγμάτευση στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: tárgyalás, tárgyalási, tárgyalások, tárgyalása, tárgyalásokat
Μεταφράσεις: tárgyalás, tárgyalási, tárgyalások, tárgyalása, tárgyalásokat