Εξοικειώνομαι στα λιθουανικά

Μετάφραση: εξοικειώνομαι, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
esu, am
Εξοικειώνομαι στα λιθουανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εξοικειώνομαι

εξοικειώνομαι συνώνυμα, εξοικειώνομαι στα αγγλικα, εξοικειώνομαι αγγλικα, εξοικειώνομαι λεξικό γλώσσας λιθουανικά, εξοικειώνομαι στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • εξογκώνω στα λιθουανικά - pasipūsti, išsipūtimas, išsipūsti, išpampti, brinkti
  • εξοικειωμένος στα λιθουανικά - susipažinęs, pažįstamas, susipažinę, susipažinti, žino
  • εξοικειώνω στα λιθουανικά - supažindinti, susipažinti, supažindina, supažindins
  • εξοκέλλω στα λιθουανικά - gija, Strand, kryptis, skiedrelių, vijos
Τυχαίες λέξεις
Εξοικειώνομαι στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: esu, am