Εξοικειώνομαι στα φινλανδικά

Μετάφραση: εξοικειώνομαι, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
tottua, tutustuttaa, totuttaa, olen, am
Εξοικειώνομαι στα φινλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εξοικειώνομαι

εξοικειώνομαι συνώνυμα, εξοικειώνομαι στα αγγλικα, εξοικειώνομαι αγγλικα, εξοικειώνομαι λεξικό γλώσσας φινλανδικά, εξοικειώνομαι στα φινλανδικά

Μεταφράσεις

  • εξογκώνω στα φινλανδικά - ylilyödä, aallokko, voimistaa, kohouma, kumpu, paisua, laajeta, ...
  • εξοικειωμένος στα φινλανδικά - kotoisa, tutunomainen, kotoinen, kumppani, tuttu, tuttuja, tuntee, ...
  • εξοικειώνω στα φινλανδικά - tottua, totuttaa, tutustuttaa, tutustua, tietoonsa, tutustuttava, perehdyttää
  • εξοκέλλω στα φινλανδικά - kaistale, helminauha, kaulaketju, ketju, säie, Strand, juosteen, ...
Τυχαίες λέξεις
Εξοικειώνομαι στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: tottua, tutustuttaa, totuttaa, olen, am