Εξοικειώνομαι στα ουγγρικά

Μετάφραση: εξοικειώνομαι, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
ismerem, tisztában vagyok, számomra ismert, jól ismerem
Εξοικειώνομαι στα ουγγρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εξοικειώνομαι

εξοικειώνομαι συνώνυμα, εξοικειώνομαι στα αγγλικα, εξοικειώνομαι αγγλικα, εξοικειώνομαι λεξικό γλώσσας ουγγρικά, εξοικειώνομαι στα ουγγρικά

Μεταφράσεις

  • εξογκώνω στα ουγγρικά - kiemelkedés, duzzad, felfújni, felfúvódás, bloat
  • εξοικειωμένος στα ουγγρικά - családias, ismert, intim, ismerős, ismeri, ismerik
  • εξοικειώνω στα ουγγρικά - megismertetni, tudomást szerezhet
  • εξοκέλλω στα ουγγρικά - fonál, part, Strand, szál, szálat, területre
Τυχαίες λέξεις
Εξοικειώνομαι στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: ismerem, tisztában vagyok, számomra ismert, jól ismerem