Απαρχαιωμένος στα νορβηγικά
Μετάφραση: απαρχαιωμένος, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
utdatert, foreldet, utdaterte, gammel
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: απαρχαιωμένος
απαρχαιωμένος συνώνυμα, απαρχαιωμένος συνώνυμο, απαρχαιωμένος λεξικό γλώσσας νορβηγικά, απαρχαιωμένος στα νορβηγικά
Μεταφράσεις
- απαραβίαστο στα νορβηγικά - ukrenkelighet, ukrenkelige, ukrenkeligheten, av ukrenkelighet, godt av ukrenkelighet
- απαριθμώ στα νορβηγικά - detalj, nummerere, oppsummere, spesifisere, liste opp, nummererer
- απαστράπτω στα νορβηγικά - gnist, bluss, flare, blusse, fakkel
- απασχολημένος στα νορβηγικά - opptatt, travel, travle, travelt
Τυχαίες λέξεις
Απαρχαιωμένος στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: utdatert, foreldet, utdaterte, gammel
Μεταφράσεις: utdatert, foreldet, utdaterte, gammel