Απαρχαιωμένος στα σλοβενικά

Μετάφραση: απαρχαιωμένος, Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
zastarel, zastarela, zastareli, zastarele, zastarelo
Απαρχαιωμένος στα σλοβενικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: απαρχαιωμένος

απαρχαιωμένος συνώνυμα, απαρχαιωμένος συνώνυμο, απαρχαιωμένος λεξικό γλώσσας σλοβενικά, απαρχαιωμένος στα σλοβενικά

Μεταφράσεις

  • απαραβίαστο στα σλοβενικά - nedotakljivost, nedotakljivosti, Odpornost proti nedovoljenim posegom, nedotakljivost človekove
  • απαριθμώ στα σλοβενικά - podrobnost, naštevajo, enumerate, našteti, našteje, oštevilčiti
  • απαστράπτω στα σλοβενικά - flare, signalizacijo, bakelni, ravnanjem letala, Izbruh
  • απασχολημένος στα σλοβενικά - zaseden, zaposlen, zasedena, busy, zasedeni
Τυχαίες λέξεις
Απαρχαιωμένος στα σλοβενικά - Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Μεταφράσεις: zastarel, zastarela, zastareli, zastarele, zastarelo