Απαρχαιωμένος στα τσεχικά

Μετάφραση: απαρχαιωμένος, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
zakrnělý, starobylý, staromódní, archaický, nemoderní, starý, zastaralý, zastaralé, zastaralá, neaktuální
Απαρχαιωμένος στα τσεχικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: απαρχαιωμένος

απαρχαιωμένος συνώνυμα, απαρχαιωμένος συνώνυμο, απαρχαιωμένος λεξικό γλώσσας τσεχικά, απαρχαιωμένος στα τσεχικά

Μεταφράσεις

  • απαραβίαστο στα τσεχικά - neporušitelnost, nedotknutelnost, nedotknutelnosti, neporušitelnosti
  • απαριθμώ στα τσεχικά - jednotlivost, detail, podrobnost, vyjmenovat, výčet, vytvořit výčet, výčtu, ...
  • απαστράπτω στα τσεχικά - šumět, jiskřit, pěnit, jiskření, sršení, jiskra, třpytit, ...
  • απασχολημένος στα τσεχικά - čilý, činný, rušný, živý, zaneprázdněný, obsazeno, zaneprázdněn, ...
Τυχαίες λέξεις
Απαρχαιωμένος στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: zakrnělý, starobylý, staromódní, archaický, nemoderní, starý, zastaralý, zastaralé, zastaralá, neaktuální