Απαρχαιωμένος στα σουηδικά
Μετάφραση: απαρχαιωμένος, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
föråldrad, föråldrade, gammal, omodern, föråldrat
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: απαρχαιωμένος
απαρχαιωμένος συνώνυμα, απαρχαιωμένος συνώνυμο, απαρχαιωμένος λεξικό γλώσσας σουηδικά, απαρχαιωμένος στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- απαραβίαστο στα σουηδικά - okränkbarhet, okränkbara, okränkbarheten, okränkbar, hetens okränkbarhet
- απαριθμώ στα σουηδικά - detalj, räkna upp, enumerate, räkna, uppräkna, räknar upp
- απαστράπτω στα σουηδικά - flare, utflytning, signalljus, Strålning, Överstrålning
- απασχολημένος στα σουηδικά - upptagen, hektisk, upptagna, upptaget, livliga
Τυχαίες λέξεις
Απαρχαιωμένος στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: föråldrad, föråldrade, gammal, omodern, föråldrat
Μεταφράσεις: föråldrad, föråldrade, gammal, omodern, föråldrat