Ελάττωση στα νορβηγικά

Μετάφραση: ελάττωση, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
reduksjon, reduksjonen, redusert, redusere
Ελάττωση στα νορβηγικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ελάττωση

ελάττωση αμνιακού υγρού, ελάττωση καπνίσματος, ελάττωση της βιοποικιλότητας, ελάττωση τησ libido, ελάττωση λεξικό γλώσσας νορβηγικά, ελάττωση στα νορβηγικά

Μεταφράσεις

  • ελάσσων στα νορβηγικά - mindreårig, liten, mindre, minor, moll, små
  • ελάττωμα στα νορβηγικά - mangel, brist, feil, defekt, defekten, feilen, mangelen
  • ελάφι στα νορβηγικά - hjort, Deer, rådyr, hjorten, hjorte
  • ελάχιστος στα νορβηγικά - minimum, minst, minimums, minste
Τυχαίες λέξεις
Ελάττωση στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: reduksjon, reduksjonen, redusert, redusere