Συμπατριώτης στα ουγγρικά
Μετάφραση: συμπατριώτης, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
honfitárs, vidéki ember, honfitársa, honfitársának, honfitársával
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συμπατριώτης
συμπατριώτης συνώνυμα, συμπατριώτης στα αγγλικά, συμπατριώτης μετάφραση, συμπατριώτης λεξικό γλώσσας ουγγρικά, συμπατριώτης στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- συμπαιγνία στα ουγγρικά - összejátszás, összejátszást, az összejátszás, összejátszásra, összejátszásban
- συμπαράσταση στα ουγγρικά - pártfogás, támogatók, eltartás, talpazat, oszlop, támogatás, támogatást, ...
- συμπερίληψη στα ουγγρικά - belefoglalás, beleértés, beleszámítás, bezáródás, befogadás, integráció, felvétele, ...
- συμπεραίνομαι στα ουγγρικά - feltételez, feltételezik, vélelmezik
Τυχαίες λέξεις
Συμπατριώτης στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: honfitárs, vidéki ember, honfitársa, honfitársának, honfitársával
Μεταφράσεις: honfitárs, vidéki ember, honfitársa, honfitársának, honfitársával