Συμπατριώτης στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: συμπατριώτης, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
сонародник, Кантримен, земјак, сонародникот
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συμπατριώτης
συμπατριώτης συνώνυμα, συμπατριώτης στα αγγλικά, συμπατριώτης μετάφραση, συμπατριώτης λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, συμπατριώτης στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- συμπαιγνία στα σλαβομακεδονικά - дослух, таен договор, соучесништво, заговор, заговори
- συμπαράσταση στα σλαβομακεδονικά - поддршка, за поддршка, помош, поддршка на, поддршката
- συμπερίληψη στα σλαβομακεδονικά - вклучување, вклучувањето, инклузија, вклученост, инклузијата
- συμπεραίνομαι στα σλαβομακεδονικά - претпоставувам, Претпоставувавме, претпоставуваат, претпостави, се претпостави
Τυχαίες λέξεις
Συμπατριώτης στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: сонародник, Кантримен, земјак, сонародникот
Μεταφράσεις: сонародник, Кантримен, земјак, сонародникот