Συμπατριώτης στα ρωσικά

Μετάφραση: συμπατριώτης, Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
соотечественник, соотечественница, земляк, земляка, земляком, соотечественника
Συμπατριώτης στα ρωσικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συμπατριώτης

συμπατριώτης συνώνυμα, συμπατριώτης στα αγγλικά, συμπατριώτης μετάφραση, συμπατριώτης λεξικό γλώσσας ρωσικά, συμπατριώτης στα ρωσικά

Μεταφράσεις

  • συμπαιγνία στα ρωσικά - сговор, коллодий, заговор, сговора, сговоре, сговором, сговоров
  • συμπαράσταση στα ρωσικά - индоссамент, поддерживать, штатив, поддержать, бандаж, поддержание, спрос, ...
  • συμπερίληψη στα ρωσικά - зачисление, включение, инклюзия, присоединение, включения, включении, учет, ...
  • συμπεραίνομαι στα ρωσικά - уложить, решить, умозаключить, заканчивать, заключить, завершить, укладывать, ...
Τυχαίες λέξεις
Συμπατριώτης στα ρωσικά - Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Μεταφράσεις: соотечественник, соотечественница, земляк, земляка, земляком, соотечественника