Κοπιάζω στα σλαβομακεδονικά

Μετάφραση: κοπιάζω, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
moil
Κοπιάζω στα σλαβομακεδονικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κοπιάζω

κοπιάζω συνώνυμα, κοπιάζω λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, κοπιάζω στα σλαβομακεδονικά

Μεταφράσεις

  • κοπή στα σλαβομακεδονικά - сечење, за сечење, намалување на, сечење на, намалување
  • κοπανίζω στα σλαβομακεδονικά - thwack
  • κοπιαστικός στα σλαβομακεδονικά - уморителен
  • κοπριά στα σλαβομακεδονικά - ѓубриво, Тор, ѓубривото, измет
Τυχαίες λέξεις
Κοπιάζω στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: moil