Κοπιάζω στα τσεχικά
Μετάφραση: κοπιάζω, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
lopota, dřina, Moil, dřít se, zmatek
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κοπιάζω
κοπιάζω συνώνυμα, κοπιάζω λεξικό γλώσσας τσεχικά, κοπιάζω στα τσεχικά
Μεταφράσεις
- κοπή στα τσεχικά - omezit, uříznout, stříhání, krájet, říznout, kosit, brousit, ...
- κοπανίζω στα τσεχικά - bít, roztlouct, tlouci, drtit, libra, beranit, rozmlátit, ...
- κοπιαστικός στα τσεχικά - pracný, pečlivý, pracovitý, pilný, puntičkářský, únavný, fatiguing, ...
- κοπριά στα τσεχικά - trus, špína, hnůj, hnojivo, kal, hnojit, neřád, ...
Τυχαίες λέξεις
Κοπιάζω στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: lopota, dřina, Moil, dřít se, zmatek
Μεταφράσεις: lopota, dřina, Moil, dřít se, zmatek