Κοπιάζω στα κροατικά

Μετάφραση: κοπιάζω, Λεξικό: ελληνικά » κροατικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
κροατικά
Μεταφράσεις:
napor, rad, radna, radništvo, posao, kulučenje, kuluk
Κοπιάζω στα κροατικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κοπιάζω

κοπιάζω συνώνυμα, κοπιάζω λεξικό γλώσσας κροατικά, κοπιάζω στα κροατικά

Μεταφράσεις

  • κοπή στα κροατικά - izrezati, sjeći, rezati, izvaditi, odrezati, posjekotina, rez, ...
  • κοπανίζω στα κροατικά - satjerati, izudarati, tući, pljuska, udarac, snažan udarac
  • κοπιαστικός στα κροατικά - radan, marljiv, mučan, iscrpljujuća, naporno, umara
  • κοπριά στα κροατικά - đubriti, pogan, nered, izmet, nađubriti, podlost, balega, ...
Τυχαίες λέξεις
Κοπιάζω στα κροατικά - Λεξικό: ελληνικά » κροατικά
Μεταφράσεις: napor, rad, radna, radništvo, posao, kulučenje, kuluk