Εμποτίζω στα σλοβακικά
Μετάφραση: εμποτίζω, Λεξικό: ελληνικά » σλοβακικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
zakoreniť, zakoreniť sa, kampane vštepiť
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εμποτίζω
εμπλουτίζω συνώνυμα, εμποτίζω λεξικό γλώσσας σλοβακικά, εμποτίζω στα σλοβακικά
Μεταφράσεις
- εμπορεύματα στα σλοβακικά - zboží, tovar, tovaru, tovarov, technika, tovary
- εμπορικός στα σλοβακικά - obchodní, reklama, komerční, obchodné, obchodnej, obchodný, obchodná, ...
- εμπρηστής στα σλοβακικά - podpaľač, žhář
- εμπρηστικός στα σλοβακικά - zápalný, poburujúce, poburujúci, poburujúca, šokujúce
Τυχαίες λέξεις
Εμποτίζω στα σλοβακικά - Λεξικό: ελληνικά » σλοβακικά
Μεταφράσεις: zakoreniť, zakoreniť sa, kampane vštepiť
Μεταφράσεις: zakoreniť, zakoreniť sa, kampane vštepiť