Περιστολή στα σλοβενικά
Μετάφραση: περιστολή, Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
omejeni, popust, zmanjšanje, znižanje, zmanjševanje, zmanjšanja, znižanja
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: περιστολή
περιστολή ετυμολογία, περιστολή δημοσίων δαπανών ρύθμιση θεμάτων δημοσιονομικών ελέγχων και άλλες διατάξεις, περιστολή λεξικό, περιστολή συνώνυμο, περιστολή συνώνυμα, περιστολή λεξικό γλώσσας σλοβενικά, περιστολή στα σλοβενικά
Μεταφράσεις
- περιστατικό στα σλοβενικά - incident, bedna, prevleka, nesreča, nezgoda, incidentov, incidenta
- περιστεράκι στα σλοβενικά - piščanec
- περιστρέφομαι στα σλοβενικά - vrteti, točit, Vrtjeti, gyrate
- περιστρέφω στα σλοβενικά - točit, slue
Τυχαίες λέξεις
Περιστολή στα σλοβενικά - Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Μεταφράσεις: omejeni, popust, zmanjšanje, znižanje, zmanjševanje, zmanjšanja, znižanja
Μεταφράσεις: omejeni, popust, zmanjšanje, znižanje, zmanjševanje, zmanjšanja, znižanja