Περιστολή στα νορβηγικά

Μετάφραση: περιστολή, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
begrensning, nedsettelse, reduksjon, reduksjonen, redusert, redusere
Περιστολή στα νορβηγικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: περιστολή

περιστολή ετυμολογία, περιστολή δημοσίων δαπανών ρύθμιση θεμάτων δημοσιονομικών ελέγχων και άλλες διατάξεις, περιστολή λεξικό, περιστολή συνώνυμο, περιστολή συνώνυμα, περιστολή λεξικό γλώσσας νορβηγικά, περιστολή στα νορβηγικά

Μεταφράσεις

  • περιστατικό στα νορβηγικά - hendelse, anliggende, tilfelle, hendelsen, hendelses, innfall, innfallende
  • περιστεράκι στα νορβηγικά - squab
  • περιστρέφομαι στα νορβηγικά - rotere, snu, dreie, spinne, gyrate, gyrere
  • περιστρέφω στα νορβηγικά - dreie, snu, rotere, slue, dreining, dreiningen, dreinings
Τυχαίες λέξεις
Περιστολή στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: begrensning, nedsettelse, reduksjon, reduksjonen, redusert, redusere