Εργάτης στα σουηδικά

Μετάφραση: εργάτης, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
arbetare, arbetstagare, arbetstagaren, arbetaren
Εργάτης στα σουηδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εργάτης

εργάτησ τιμημένοσ, εργάτης γενικών καθηκόντων, εργάτης αποθήκης, εργάτης για 4χ4, εργάτης οχημάτων 12v, εργάτης λεξικό γλώσσας σουηδικά, εργάτης στα σουηδικά

Μεταφράσεις

  • εραστής στα σουηδικά - vännen, älskare, vän, lover
  • εργάζομαι στα σουηδικά - arbete, jobb, uppgift, arbetet, arbets
  • εργαζόμενος στα σουηδικά - arbetar, arbeta, arbets, som arbetar, fungerar
  • εργαλείο στα σουηδικά - verktyg, instrument, redskap, införa, verktyget, verktygs
Τυχαίες λέξεις
Εργάτης στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: arbetare, arbetstagare, arbetstagaren, arbetaren