Εμπλουτίζω στα τούρκικα
Μετάφραση: εμπλουτίζω, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
zenginleştirmek, günlerinizi daha da güzelleştirmek, güzelleştirmek, ettirecek, zenginleştirilmesi
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εμπλουτίζω
εμπλουτίζω αγγλικά, εμπλουτίζω συνώνυμα, εμπλουτίζω στα αγγλικα, εμπλουτίζω λεξικό γλώσσας τούρκικα, εμπλουτίζω στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- εμπλέκομαι στα τούρκικα - istemek, söylenmek, keşmekeş, homurdanmak, hırlamak, arapsaçına çevirmek
- εμπλέκω στα τούρκικα - istemek, tuzağa düşürmek, ağa düşürmek, dişlerinin birbirine
- εμπνέω στα τούρκικα - demlemek, aşılamak, demlenmeye, demlemeye, infuse
- εμποδίζω στα τούρκικα - engellemek, önlemek, hüner, Stunt, dublör, akrobasi, akrobatik
Τυχαίες λέξεις
Εμπλουτίζω στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: zenginleştirmek, günlerinizi daha da güzelleştirmek, güzelleştirmek, ettirecek, zenginleştirilmesi
Μεταφράσεις: zenginleştirmek, günlerinizi daha da güzelleştirmek, güzelleştirmek, ettirecek, zenginleştirilmesi