Εμπλουτίζω στα γαλλικά

Μετάφραση: εμπλουτίζω, Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
enrichissons, engraisser, enrichissent, amender, féconder, fertiliser, enrichissez, enrichir, enrichis, d'enrichir, enrichissement, enrichir les
Εμπλουτίζω στα γαλλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εμπλουτίζω

εμπλουτίζω αγγλικά, εμπλουτίζω συνώνυμα, εμπλουτίζω στα αγγλικα, εμπλουτίζω λεξικό γλώσσας γαλλικά, εμπλουτίζω στα γαλλικά

Μεταφράσεις

  • εμπλέκομαι στα γαλλικά - embrasser, réclamer, exiger, empêtrer, renfermer, requérir, comporter, ...
  • εμπλέκω στα γαλλικά - indiquer, mêler, requérir, compliquer, empêtrer, impliquez, réclamer, ...
  • εμπνέω στα γαλλικά - inhaler, inspirent, humer, exciter, respirer, ranimer, inciter, ...
  • εμποδίζω στα γαλλικά - herse, bar, barrent, barrons, empêchez, verrou, baguette, ...
Τυχαίες λέξεις
Εμπλουτίζω στα γαλλικά - Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά
Μεταφράσεις: enrichissons, engraisser, enrichissent, amender, féconder, fertiliser, enrichissez, enrichir, enrichis, d'enrichir, enrichissement, enrichir les