Μισθοφόρος στα τούρκικα
Μετάφραση: μισθοφόρος, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
paralı, paralı asker, mercenary, çıkarcı, paralı askerlik
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μισθοφόρος
ο μισθοφόρος, μισθοφόρος στρατιώτης, μισθοφόρος ορισμός, επάγγελμα μισθοφόρος, μισθοφόρος λεξικό γλώσσας τούρκικα, μισθοφόρος στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- μιμούμαι στα τούρκικα - taklit, benzetmek, maymun, maymunsu, ape, bir maymun, maymunu
- μισθοφορικός στα τούρκικα - paralı, paralı asker, mercenary, çıkarcı, paralı askerlik
- μισθός στα τούρκικα - ücret, ödül, aylık, maaş, maaşı
- μισοφέγγαρο στα τούρκικα - hilâl, Crescent, hilal, yarım ay
Τυχαίες λέξεις
Μισθοφόρος στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: paralı, paralı asker, mercenary, çıkarcı, paralı askerlik
Μεταφράσεις: paralı, paralı asker, mercenary, çıkarcı, paralı askerlik