Ξηρασία στα βουλγαρικά

Μετάφραση: ξηρασία, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
суша, засуха, сушата, засушаване, засушаването, сушите
Ξηρασία στα βουλγαρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ξηρασία

ξηρασία κόλπου, ξηρασία θεραπεία, ξηρασία στον κόλπο, πνευματική ξηρασία, ξηρασία ορισμός, ξηρασία λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, ξηρασία στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • ξεχωριστός στα βουλγαρικά - отделен, обособен, самостоятелен, отделни, отделна
  • ξεχύνομαι στα βουλγαρικά - изблик, вълни, вълнение, скока, вълна
  • ξηρός στα βουλγαρικά - хруптящия, сух, сухо, суха, химическо, сухото
  • ξηρότητα στα βουλγαρικά - сухост, сухо, сухота, изсушаване
Τυχαίες λέξεις
Ξηρασία στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: суша, засуха, сушата, засушаване, засушаването, сушите