Ξηρασία στα εσθονικά
Μετάφραση: ξηρασία, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
puudus, põud, põua, põuda, põuad, põuast
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ξηρασία
ξηρασία κόλπου, ξηρασία θεραπεία, ξηρασία στον κόλπο, πνευματική ξηρασία, ξηρασία ορισμός, ξηρασία λεξικό γλώσσας εσθονικά, ξηρασία στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- ξεχωριστός στα εσθονικά - iseloomulik, eraldi, lahutama, eristav, eri, eraldatud, on eraldi
- ξεχύνομαι στα εσθονικά - pingeimpulss, kitupunn, purse, surge, tõusu, hüppeline, lisandus, ...
- ξηρός στα εσθονικά - kuiv, karge, kähar, kuivatama, krõbe, keemiline, kuiva, ...
- ξηρότητα στα εσθονικά - kuivus, kuivaks, kuivust, kuivuseni, kuivjäägini
Τυχαίες λέξεις
Ξηρασία στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: puudus, põud, põua, põuda, põuad, põuast
Μεταφράσεις: puudus, põud, põua, põuda, põuad, põuast