Ξηρασία στα γαλλικά

Μετάφραση: ξηρασία, Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
aridité, sècheresse, sécheresse, la sécheresse, sécheresses, de sécheresse
Ξηρασία στα γαλλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ξηρασία

ξηρασία κόλπου, ξηρασία θεραπεία, ξηρασία στον κόλπο, πνευματική ξηρασία, ξηρασία ορισμός, ξηρασία λεξικό γλώσσας γαλλικά, ξηρασία στα γαλλικά

Μεταφράσεις

  • ξεχωριστός στα γαλλικά - dédoubler, trier, séparer, séparent, disperser, fendre, caractéristique, ...
  • ξεχύνομαι στα γαλλικά - affluence, enflons, vague, flot, bouffée, déferlement, ondoiement, ...
  • ξηρός στα γαλλικά - crépu, croquant, dessécher, séchage, sèchent, sèche, assommant, ...
  • ξηρότητα στα γαλλικά - sécheresse, siccité, aridité, sec, la sécheresse, dessèchement
Τυχαίες λέξεις
Ξηρασία στα γαλλικά - Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά
Μεταφράσεις: aridité, sècheresse, sécheresse, la sécheresse, sécheresses, de sécheresse