Ξηρασία στα σουηδικά
Μετάφραση: ξηρασία, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
torka, torkan, tork, av torka, drought
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ξηρασία
ξηρασία κόλπου, ξηρασία θεραπεία, ξηρασία στον κόλπο, πνευματική ξηρασία, ξηρασία ορισμός, ξηρασία λεξικό γλώσσας σουηδικά, ξηρασία στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- ξεχωριστός στα σουηδικά - skilja, separat, separata, särskild, särskilt, egen
- ξεχύνομαι στα σουηδικά - surge, svall, överspännings, spännings, uppsving
- ξηρός στα σουηδικά - torr, torka, torrt, torra
- ξηρότητα στα σουηδικά - torrhet, torr, torrt, torrhet för
Τυχαίες λέξεις
Ξηρασία στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: torka, torkan, tork, av torka, drought
Μεταφράσεις: torka, torkan, tork, av torka, drought