Ξηρασία στα τσεχικά
Μετάφραση: ξηρασία, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
vyprahlost, sucho, sucha, suchu, suchem
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ξηρασία
ξηρασία κόλπου, ξηρασία θεραπεία, ξηρασία στον κόλπο, πνευματική ξηρασία, ξηρασία ορισμός, ξηρασία λεξικό γλώσσας τσεχικά, ξηρασία στα τσεχικά
Μεταφράσεις
- ξεχωριστός στα τσεχικά - samostatný, odlučovat, rozlišující, zřetelný, význačný, rozloučit, oddělený, ...
- ξεχύνομαι στα τσεχικά - vlnění, vlna, nával, příboj, nápor, příval, přepětí, ...
- ξηρός στα τσεχικά - vysušit, žíznivý, ostrý, kučeravý, ironický, sucho, uschnout, ...
- ξηρότητα στα τσεχικά - vyprahlost, suchost, sucho, suchopárnost, sucha, sucho v, suchosti
Τυχαίες λέξεις
Ξηρασία στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: vyprahlost, sucho, sucha, suchu, suchem
Μεταφράσεις: vyprahlost, sucho, sucha, suchu, suchem